ΑΡΧΙΔΑΜΟΣ
Ίσως μερικοί από σας εκπλήσσονται από το γεγονός ότι, ενώ
μέχρι τώρα έμεινα πιστός στις συνήθειες της πόλης μας με σταθερότητα
που, απ' ό,τι γνωρίζω, δεν έδειξε άλλος άνθρωπος της ηλικίας
μου, έρχομαι σήμερα και ανατρέπω εκ θεμελίων τον τρόπο με τον
οποίο ενεργώ, και σας παραθέτω, εγώ ο νεότερος, τις απόψεις
μου γύρω από θέμα, το οποίο πολλοί άνθρωποι πιο ηλικιωμένοι
από μένα διστάζουν να θίξουν. Αν κάποιος από τους συνηθισμένους
σας ρήτορες μιλούσε και έλεγε λόγια αντάξια της πατρίδας μας,
δεν θα μιλούσα καθόλου. Τώρα όμως, επειδή διαπιστώνω ότι κάποιοι
υποστηρίζουν τις προσταγές των εχθρών μας, κάποιοι αντιτίθενται
σ' αυτές χωρίς σθένος και κάποιοι άλλοι σωπαίνουν εντελώς, ανέβηκα
στο βήμα για να σας πω τις απόψεις μου, γιατί θα ήταν ντροπή
εκ μέρους μου ν' αφήσω την πόλη να πάρει αποφάσεις ανάξιες του
ονόματός της, με την πρόφαση ότι θέλω να τηρήσω την τάξη που
ταιριάζει στην ηλικία μου. Άλλωστε, πιστεύω πως, αν είναι καλό
για τους ανθρώπους της ηλικίας μου να σωπαίνουν στις άλλες συζητήσεις,
στο θέμα του αν πρέπει ή όχι να γίνει πόλεμος αυτοί πρέπει κυρίως
να πουν τη γνώμη τους, γιατί θα αντιμετωπίσουν και το μεγαλύτερο
μέρος των κινδύνων, αφού άλλωστε η δυνατότητα να έχουμε κάποια
σωστή άποψη ανήκει σε όλους από κοινού. Γιατί, αν μπορούσε ν'
αποδειχτεί ότι οι ηλικιωμένοι διαθέτουν και ην πιο σωστή κρίση
για όλα τα θέματα, ενώ οι νεότεροι είναι ανίκανοι να διατυπώσουν
ορθές απόψεις για οποιοδήποτε ζήτημα, τότε θα ήταν δίκαιο να
μην μας επιτρέπεται να συμμετέχουμε στις συζητήσεις και τις
αποφάσεις. Αφού, όμως, η σωστή κρίση δεν αποτελεί συνάρτηση
της ηλικίας μας, αλλά της ιδιοσυγκρασίας μας και της επιμέλειάς
μας, γιατί να μην ακούσετε τη γνώμη και των δύο γενιών, έτσι
ώστε να έχετε την δυνατότητα να επιλέξετε απ’ όλα όσα ειπωθούν
τα πιο συμφέροντα;
Με εκπλήσσει το γεγονός ότι τόσοι άνθρωποι μας κρίνουν άξιους
να κυβερνήσουμε πλοία και να διοικήσουμε στρατούς, όπου ένα
λάθος εκ μέρους μας σε κάποια απόφαση θα μπορούσε να προκαλέσει
στη πόλη μας πολλές και πολύ μεγάλες συμφορές, ενώ πιστεύουν
ότι δεν πρέπει να λέμε την γνώμη μας σε ζητήματα για τα οποία
πρόκειται ν' αποφασίσετε εσείς, την στιγμή που, αν εκφέρουμε
σωστή άποψη, θα ωφεληθείτε όλοι, ενώ, αν φανούμε κατώτεροι των
προσδοκιών σας, θα δώσουμε, ίσως, την εντύπωση ότι είμαστε κατώτεροι
από τους εαυτούς μας, αλλά δεν θα ζημιώσουμε καθόλου το κοινό
συμφέρον.
Δεν είπα τα λόγια τούτα επειδή ήθελα να μιλήσω ή επειδή άλλαξα
τις προηγούμενες συνήθειές μου, αλλά επειδή θέλησα να σας προτρέψω
να μην αποδοκιμάζετε καμιά ηλικία, αλλά να προσπαθείτε να βρίσκετε
ανάμεσα στους ανθρώπους όλων των ηλικιών εκείνον που είναι ικανός
να πει κάτι σωστό για τις υποθέσεις του παρόντος. Από τότε που
κατοικούμε στην πόλη μας, ποτέ δεν αντιμετωπίσαμε κίνδυνο ή
πόλεμο για τόσο μεγάλα ζητήματα, όσο αυτά. για τα οποία συγκεντρωθήκαμε
τώρα ν' αποφασίσουμε. Άλλοτε αγωνιζόμαστε για να εξασφαλίσουμε
την κυριαρχία μας στους άλλους, ενώ σήμερα αγωνιζόμαστε για
να μην κάνουμε εκείνα που άλλοι θέλουν να μας επιβάλουν. Γιατί
τούτο είναι απόδειξη της ελευθερίας, για την υπεράσπιση της
οποίας πρέπει να υποστούμε όλες τις δοκιμασίες, όχι μόνο εμείς,
αλλά και όσοι δεν είναι πολύ άνανδροι και θέλουν να φανούν λίγο
ανδρείοι. Αν πρέπει να σας πω πώς αισθάνομαι, θα σας απαντήσω
ότι θα προτιμούσα να πεθάνω επιτόπου, για να μην υπακούσω σε
τέτοιες διαταγές, παρά να ζήσω πολλαπλάσια χρόνια από όσα μου
είναι γραμμένα, έχοντας επικυρώσει με την ψήφο μου τις διαταγές
των Θηβαίων. Γιατί θα ντρεπόμουν αν, εγώ, απόγονος του Ηρακλή
και γιος του σημερινού βασιλιά, που πιθανότατα θα έχω στο μέλλον
την ίδια τιμή, έβλεπα με αδιαφορία τη γη που μας άφησαν οι πρόγονοί
μας να περιέρχεται στην κατοχή των ίδιων των δούλων μας. Πιστεύω
πως πρέπει να συμμεριστείτε τα αισθήματά μου, φέρνοντας στον
νου σας ότι μέχρι σήμερα φαίνεται πως η τύχη δεν ήταν με το
μέρος μας στη μάχη κατά των Θηβαίων και πως νικηθήκαμε σωματικά
λόγω των σφαλμάτων του στρατηγού μας, οι ψυχές μας, όμως, παραμένουν
και τώρα ανίκητες. Αν, όμως, από φόβο των επερχομένων κινδύνων
εγκαταλείψουμε κάτι από όσα μας ανήκουν, θα ενισχύσουμε την
αλαζονεία των Θηβαίων και θα στήσουμε εναντίον των ιδίων των
εαυτών μας τρόπαιο σπουδαιότερο και φανερότερο από αυτό των
Λεύκτρων. Γιατί εκείνο ήταν αποτέλεσμα της ατυχίας, ενώ τούτο
θα είναι αποτέλεσμα δικής μας απόφασης, κανένας δεν πρέπει να
σας πείσει να εξευτελίσετε τόσο πολύ την πόλη.
Βέβαια οι σύμμαχοι μας σας συμβούλεψαν με υπερβολικό ζήλο
να εγκαταλείψετε τη Μεσσήνη και να υπογράψετε ειρήνη. Θα είχατε
κάθε δικαίωμα να εξοργισθείτε εναντίον τους πολύ περισσότερο
απ' όσο εναντίον των λαών, που από την αρχή αποστάτησαν από
το στρατόπεδό μας. Γιατί εκείνοι, μόλις απαρνήθηκαν την φιλία
μας, προκάλεσαν την καταστροφή των ιδίων τους των πόλεων, ρίχνοντάς
τες σε εμφύλιες ταραχές, σφαγές και κακή διακυβέρνηση, τούτοι,
όμως, έρχονται για να μας βλάψουν εμάς, τη δόξα που μας κληροδότησαν
οι πρόγονοί μας, μετά από τόσους κινδύνους που διέτρεξαν επί
επτακόσια ολόκληρα χρόνια, μας καλούν τώρα να την απορρίψουμε
και να την εγκαταλείψουμε μέσα σε λίγες στιγμές. Κανείς δεν
μπορεί να διανοηθεί ταπεινωτικότερη και βαρύτερη συμφορά από
τούτη για την Λακεδαίμονα. Έχουν φτάσει σε τέτοιο βαθμό πλεονεξίας
και μας κατηγορούν για τόσο άνανδρους, ώστε ενώ θεώρησαν σωστό
εμείς να πολεμήσουμε τόσες φορές για ην ελευθερία της πατρίδας
τους, εκείνοι για τη Mεσσήνη πιστεύουν ότι δεν πρέπει να διατρέξουν
κανένα κίνδυνο. Για να απολαμβάνουν με την ησυχία τους τα εδάφη
που κατέχουν, προσπαθούν να μας πείσουν ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε
ένα μέρος από η γη μας στους εχθρούς μας και, προχωρώντας περισσότερο,
μας απειλούν ότι, αν δεν δεχτούμε, θα συνάψουν χωριστή ειρήνη.
Εγώ πιστεύω πως η έλλειψη της βoήθειάς τους δεν θα κάνει τόσο
δυσκολότερο τον πόλεμο όσο θα του δώσει μεγαλύτερη αξία και
αίγλη και θα τον κάνει πιο ξακουστό σε όλους τους ανθρώπους.
Η προσπάθειά μας να σωθούμε και να επικρατήσουμε των εχθρών
μας μόνοι μας, χωρίς τη βοήθεια άλλων, βρίσκεται σε αρμονία
με όλα τα κατορθώματα που επιτέλεσε στο παρελθόν η πατρίδα μας.
Δεν έδειξα ποτέ ιδιαίτερη αγάπη προς τους λόγους, αλλά πίστευα
πάντα ότι όσοι ασχολούνται με τούτους αδιαφορούσαν περισσότερο
από τους άλλους για τη δράση. Σήμερα όμως, τίποτα δεν θα εκτιμούσα
πιο πολύ από το να μπορούσα να μιλήσω με τον τρόπο που θέλω
για τα παρόντα ζητήματα, αφού κάτω από τις παρούσες περιστάσεις
ελπίζω ότι με τον τρόπο τούτο θα πρoξενήσω μεγάλο καλό στην
πόλη. Κατ' αρχάς, νομίζω ότι πρέπει να σας υπενθυμίσω με ποιο
τρόπο κατακτήσαμε τη Μεσσήνη και για ποιους λόγους εγκατασταθήκατε
στην Πελοπόννησο, τη στιγμή που είστε Δωρικής καταγωγής. Θα
προχωρήσω όμως ακόμα πιο πίσω, ώστε να κατανοήσετε πλήρως ότι
η γη που επιχειρούν να σας αφαιρέσουν είναι δική σας, και τα
δικαιώματά σας σ' αυτή είναι το ίδιο ισχυρά με εκείνα που έχετε
στην υπόλοιπη Λακεδαίμονα.
Όταν ο Ηρακλής πέρασε στην άλλη ζωή και από θνητός έγινε
θεός, στην αρχή, τα παιδιά του, λόγω της δύναμης των εχθρών
τους, αναγκάστηκαν να περιπλανώνται εδώ κι εκεί και να εκτίθενται
σε πολλούς κινδύνους. Μετά τον θάνατο του Ευρυσθέα έζησαν κοντά
στους Δωριείς. Η Τρίτη γενιά των απογόνων τους πήγε στους Δελφούς
για να ζητήσει από το μαντείο χρησμό για κάποια. ζητήματα. Ο
θεός δεν απάντησε στις ερωτήσεις που του έγιναν, αλλά τους διέταξε
να γυρίσουν στη γη των προγόνων τους. Εκείνοι μελέτησαν τον
χρησμό και βρήκαν πρώτα ότι το Άργος είχε περιέλθει στην κατoχή
τους με βάση τη συγγένεια (γιατί μετά τον θάνατο του Ευρυσθέα
ήταν οι μόνοι επιζώντες από το γένος των Περσειδών) και ότι
η Λακεδαίμονα ανήκε επίσης σ’ αυτούς από δωρεά (όταν ο Τυνδάρεως
έχασε την εξουσία, και αφού προηγουμένως ο Κάστωρ και ο Πολυδεύκης
έπαψαν να βρίσκονται ανάμεσα στους ανθρώπους, ο Ηρακλής επανεγκατέστησε
στην εξουσία τον Τυνδάρεω, ο οποίος του έδωσε τη Λακεδαίμονα
ως ανταμοιβή για την ευεργεσία που του προσέφερε και λόγω της
συγγένειάς του με τους γιους του). Τέλος, ανακάλυψαν ότι η Mεσσήνη
είχε καταληφθεί δικαιωματικά από τον νικητή πραγματικά, όταν
ο Νηλεύς και τα παιδιά του, πλην του Νέστορα, έκλεψαν από τον
Ηρακλή τις αγελάδες που μετέφερε από την Ερύθεια, ο Hρακλής
την κατέλαβε με τη βία, σκότωσε τους υπευθύνους της κλοπής και
εμπιστεύθηκε την διοίκηση της πόλης στον Νέστορα, γιατί θεώρησε
πως ήταν σώφρων, αφού, παρά το νεαρό της ηλικίας του, δεν συμμετείχε
στην εγκληματική πράξη των αδελφών του. Αφού λοιπόν έδωσαν τέτοια
ερμηνεία στον χρησμό, συγκέντρωσαν τους προγόνους σας και δημιούργησαν
στρατό. Έδωσαν σ' εκείνους που τους ακολούθησαν τα εδάφη που
τους ανήκαν για να τα έχουν από κοινού και έλαβαν απ' αυτούς
σε αντάλλαγμα το προνόμιο της Βασιλείας. Αφού λοιπόν έδωσαν
έτσι αμοιβαίες μεταξύ τους εγγυήσεις, πραγματοποίησαν την εκστρατεία.
Υπάρχει άραγε λόγος να χρονοτριβήσω υπενθυμίζοντας τους κινδύνους
που παρουσιάστηκαν στη διάρκεια του ταξιδιού και όλα τα γεγονότα
που συνέβησαν και δεν έχουν σχέση με το παρόν; Νίκησαν σε πόλεμο
τους κατοίκους των περιοχών που προαναφέραμε και τις μοίρασαν
σε τρία βασίλεια. Εσείς, παραμείνατε μέχρι σήμερα πιστοί στις
συνθήκες και τους όρκους προς τους προγόνους σας. Γι' αυτό τα
καταφέρατε καλύτερα από τους άλλους στο παρελθόν και γι’ αυτό
μπορούμε να προβλέψουμε ότι, αν μείνετε πιστοί στους εαυτούς
σας, το μέλλον θα είναι καλύτερο από το παρόν. Αντίθετα οι Μεσσήνιοι
έφτασαν σε τέτοιο σημείο ασέβειας, ώστε συνωμότησαν και σκότωσαν
τον Κρεσφόντη, τον ιδρυτή της πόλης τους, τον άρχοντα της χώρας
και απόγονο του Hρακλή, που είχε γίνει αρχηγός τους. Τα παιδιά
του, που ξέφυγαν απ’ αυτό τον κίνδυνο, απευθύνθηκαν ως ικέτες
στην πόλη μας, της ζήτησαν να εκδικηθεί τον θάνατο του Κρεσφόντη
και μας προσέφεραν την χώρα τους. Εσείς, αφού ρωτήσατε τον θεό
και λάβατε από εκείνον την διαταγή να δεχτείτε ην προσφορά τούτη
και να εκδικηθείτε για τα θύματα, νικήσατε μετά από πολιορκία
τους Μεσσηνίους κι έτσι αποκτήσατε τη χώρα τους.
Δεν επεκτάθηκα σε λεπτομέρειες για όσα ήταν από την αρχή
δικά σας. Οι παρούσες περιστάσεις δεν μου επιτρέπουν ν' αναφερθώ
στη μυθολογία. Έτσι, έπρεπε να διαπραγματευτώ τέτοιο θέμα με
μεγαλύτερη συντομία παρά ακρίβεια. Πάντως, έστω και με τούτα,
πιστεύω πως είναι φανερό σε όλους ότι κατέχουμε, με τα ίδια
δικαιώματα τόσο τα εδάφη που όλοι αναγνωρίζουν ως δικά μας,
όσο και εκείνα που μας αμφισβητούνται. Τα πρώτα τα κατοικούμε
επειδή τα λάβαμε από τους Ηρακλείδες, μετά από προσταγή του
θεού και αφού νικήσαμε τους κατοίκους τους, ενώ τα δεύτερα τα
κατέχουμε, έχοντας τα λάβει επίσης από εκείνους, με τον ίδιο
τρόπο και με βάση τους ίδιους χρησμούς. Αν λοιπόν οι διαθέσεις
μας είναι τέτοιες, ώστε να μη διαμαρτυρόμαστε για τίποτε, ακόμα
κι αν μας διατάξουν να εγκαταλείψουμε τη Σπάρτη, είναι περιττό
ν’ ασχολούμαστε με τη Μεσσήνη. Αν πάλι, κανένας από σας δεν
κρίνει πως αξίζει να ζει, αν χάσει την πατρίδα, έχετε καθήκoν
να τηρήσετε την ίδια στάση και απέναντι στο θέμα της Mεσσήνης.
Γιατί έχουμε τα ίδια δικαιώματα και μπορούμε να προβάλουμε τα
ίδια επιχειρήματα και για τις δύο πόλεις.
Δεν διαφεύγει βέβαια της προσοχής σας και ότι, μετά την παρέλευση
μεγάλου χρονικού διαστήματος, η ατομική και η δημόσια περιουσία
θεωρούνται από όλους ότι κατέχονται δίκαια και ότι αποτελούν
προγονική κληρονομιά.
Συμβαίνει λοιπόν να έχουμε κατακτήσει τη Μεσσήνη πριν οι
Πέρσες καταλάβουν τη βασιλική εξουσία και διοικήσουν την Ασία,
και πριν ακόμη ιδρυθούν ορισμένες Ελληνικές πόλεις. Και ενώ
έτσι έχουν τα πράγματα με μας, εκείνοι με το πρόσχημα ότι η
Ασία αποτελεί προγονική τους κληρονομιά, την απέδωσαν στον βάρβαρο
που κατέχει την εξουσία λιγότερο από διακόσια χρόνια, και από
την άλλη πλευρά, εμάς προσπαθούν να μας αφαιρέσουν τη Μεσσήνη,
την οποία κατέχουμε περισσότερο από το διπλάσιο χρονικό διάστημα.
Χθές ή προχθές κατέστρεψαν τις Θεσπιές και τις Πλαταιές, ενώ
τη Μεσσήνη προτίθενται να την ανοικοδομήσουν μετά από τετρακόσια
χρόνια, πράττοντας και στις δύο περιπτώσεις ενάντια στους όρκους
και τις συνθήκες. Έπειτα, αν επανεγκαθιστούσαν τους πραγματικούς
Μεσσηνίους, θα διέπρατταν αδικία, αλλά θα είχαν τουλάχιστον
πρόσχημα για να μας βλάψουν. Βλέπουμε όμως ότι τώρα στα σύνορά
μας εγκαθιστούν Είλωτες, με αποτέλεσμα να μην είναι τόσο οδυνηρή
η προοπτική να στερηθούμε άδικα αυτή τη χώρα, όσο η προοπτική
να δούμε τους ίδιους τους δούλους μας να γίνονται κύριοί της.
Όσα ακολουθούν θα σας δείξουν σαφέστερα ότι είμαστε σήμερα
θύματα μιας σκληρής μοίρας και ότι παλιότερα κατείχαμε δίκαια
τη Μεσσήνη. Πολλοί κίνδυνοι μας απείλησαν στο παρελθόν και πολλές
φορές αναγκαστήκαμε να συνάψουμε ειρήνη, επειδή η κατάσταση
μας ήταν πολύ χειρότερη από εκείνη των εχθρών μας. Παρ' ότι
όμως οι συμφωνίες αυτές υπογράφηκαν κάτω από συνθήκες που δεν
μας επέτρεπαν να κερδίσουμε περισσότερα και παρ' ότι παρουσιάστηκαν
διαφωνίες γύρω από ορισμένα σημεία, ωστόσο για το θέμα της Μεσσήνης,
ούτε ο βασιλιάς ούτε η Αθήνα μας κατηγόρησαν ποτέ ότι την κατείχαμε
χωρίς να έχουμε τέτοιο δικαίωμα. Που θα μπορούσαμε να βρούμε
εγκυρότερη μαρτυρία για τα δικαιώματά μας απ' αυτή των εχθρών
μας, όταν μάλιστα τούτη έγινε, όταν εμείς βρισκόμαστε σε δύσκολη
θέση;
Αλλά και το μαντείο, το οποίο κατά κοινή ομολογία είναι αρχαιότατο,
μας αντιμετωπίζει όλους το ίδιο και είναι καθ' όλα αξιόπιστο,
όχι μόνο αποφάνθηκε ότι η Mεσσήνη ήταν δικιά μας, όταν μας την
έδωσαν τα παιδιά του Κρεσφόντη, και μας διέταξε να δεχτούμε
το δώρο αυτό και να συνδράμουμε τα θύματα της αδικίας, αλλά
και καθώς ο πόλεμος συνεχιζόταν και οι δύο αντίπαλες πλευρές
συμβουλεύονταν με απεσταλμένους τους το μαντείο των Δελφών,
οι Μεσσήνιοι για να ζητήσoυν τρόπους σωτηρίας κι εμείς για να
πληροφορηθούμε ποιος ήταν ο συντομότερος τρόπος για να κυριεύσουμε
την πόλη τους, δεν τους απάντησε τίποτα, γιατί το αίτημά τους
ήταν άδικο, ενώ σ’ εμάς αποκάλυψε ποιες θυσίες έπρεπε να προσφέρουμε
και από ποιους έπρεπε να ζητήσουμε βοήθεια. Πως θα μπορούσε
λοιπόν κανείς να παρουσιάσει καλύτερες και σαφέστερες αποδείξεις
από τούτες; Είναι φανερό πως λάβαμε τη χώρα τούτη από τους κυρίους
της, και τίποτα δεν μας εμποδίζει να μιλήσουμε και αργότερα
συνοπτικά για όλα αυτά, και στη συνέχεια την κατακτήσαμε με
πόλεμο. Με τη μέθοδο αυτή ιδρύθηκαν εκείνη την εποχή οι περισσότερες
πόλεις. Κατόπιν διώξαμε εκείνους που είχαν φερθεί ασεβώς προς
τα παιδιά του Ηρακλή, τους εξορίσαμε σύμφωνα με το δίκαιο απ'
όλη τη χώρα. Τέλος, πρέπει να πω ότι το μεγάλο χρονικό διάστημα
που πέρασε, η κρίση των εχθρών μας και οι χρησμοί του θεού,
επιβεβαίωσαν το νόμιμο της κατοχής μας. Καθένας απ’ αυτούς τους
λόγους αρκεί για ν’ ανατρέψει την επιχειρηματολογία όλων εκείνων
που τολμούν να μας κατηγορούν ότι δεν κάνουμε σήμερα ειρήνη
από πλεονεξία ή ότι πολεμήσαμε άλλοτε κατά της Mεσσήνης, επειδή
επιβουλευόμαστε ξένες ιδιοκτησίες. Θα μπορούσα να πω περισσότερα
για την κτήση τούτη, αλλά νομίζω ότι και όσα είπα ως τώρα αρκούν.
Κατά τη γνώμη εκείνων που σας συμβουλεύουν να συνάψετε ειρήνη,
οι εχέφρονες άνθρωποι δεν πρέπει να συμπεριφέρονται με τον ίδιο
τρόπο όταν ευτυχούν και όταν δυστυχούν. Πρέπει να προσαρμόζουν
την κρίση τους στις περιστάσεις, να παρακολουθούν τη ροή των
γεγονότων, να μην έχουν φιλοδοξίες, που ξεπερνούν τα μέσα που
διαθέτουν, και να μην επιζητούν σε τέτοιες στιγμές το δίκαιο,
αλλά το συμφέρον. Εγώ μπορώ να συμφωνήσω μαζί τους για τα άλλα,
αλλά κανείς δεν θα μπορούσε να με πείσει ότι πρέπει να κάνουμε
κάτι πιο ωφέλιμο από το δίκαιο. Διαπιστώνω ότι οι νόμοι υπάρχουν
επειδή υπάρχει δίκαιο, ότι οι καλοί και τίμιοι άνθρωποι για
τούτο συναγωνίζονται και ότι οι ευνομούμενες πόλεις για τούτο
δείχνουν ενδιαφέρον. Ακόμη, ότι όλοι οι πόλεμοι του παρελθόντος
τελείωσαν κατά το δίκαιο και όχι σύμφωνα με τον συσχετισμό των
δυνάμεων και ότι τελικά, η ανθρώπινη ζωή καταστρέφεται από το
κακό και σώζεται από την αρετή. Δεν πρέπει λοιπόν να απελπίζονται
οι άνθρωποι που πρόκειται να ριψοκινδυνέψουν η ζωή τους υπέρ
της δικαιοσύνης, αλλά εκείνοι που συμπεριφέρονται αλαζονικά
και δεν τηρούν το μέτρο, όταν είναι ευτυχισμένοι. Πρέπει επίσης
να εξετάσουμε και άλλα πράγματα. Σήμερα, έχουμε όλοι τις ίδιες
απόψεις για το ζήτημα της δικαιοσύνης, αλλά βρισκόμαστε σε ασυμφωνία
σε ό,τι αφορά το συμφέρον μας. Όταν λοιπόν μας παρουσιάζονται
δυο πλεονεκτήματα, από τα οποία το ένα είναι προφανές και το
άλλο άγνωστο, δεν θα γινόσαστε καταγέλαστοι, αν απορρίπτατε
εκείνο, για το οποίο συμφωνούμε, και αποδεχόμαστε εκείνο, για
το οποίο υπάρχουν αμφισβητήσεις, και μάλιστα τη στιγμή που η
εκλογή τούτη έχει τόση σημασία; Με τους λόγους μου υπάρχει η
δυνατότητα να μη θυσιάσετε κανένα από τα συμφέροντά σας, να
μην ντροπιάσετε την πόλη και ν' αγωνιστείτε για τη δικαιοσύνη,
με την ελπίδα ότι θα θριαμβεύσετε των εχθρών σας. Αντίθετα,
οι δικοί τους λόγοι προβάλλουν την άμεση εγκατάλειψη της Mεσσήνης.
Αν ξεκινήσετε κάνοντας αυτό το λάθος απέναντι στους ίδιους τους
εαυτούς σας, μπορεί να χάσετε τα συμφέροντα σας, και το δίκαιο
και όλα τα άλλα πλεονεκτήματα που προσδοκάτε. Γιατί ούτε και
τούτο είναι φανερό, ότι αν κάνουμε εκείνα που μας ζητούν θα
εξασφαλίσουμε σταθερή ειρήνη. Φαντάζομαι ότι δεν αγνοείτε πως
όλοι συνηθίζουν να συζητούν για το δίκαιο, όταν έχουν να κάνουν
με αντίπαλο που υπερασπίζεται τον εαυτό του. Αντίθετα, σε όσους
εκτελούν υπάκουα τις διαταγές που λαμβάνουν, επιβάλλουν πάντα
περισσότερους όρους απ' όσους είχαν σκεφθεί αρχικά. Έτσι, όσοι
διακατέχονται από πολεμικό πνεύμα, απολαμβάνουν περισσότερη
ειρήνη από εκείνους που συνάπτουν εύκολα συμφωνίες.
Για να μη φανώ ότι μακρηγορώ για όλα τούτα, θα παραβλέψω
όλα αυτά τα επιχειρήματα και θα χρησιμοποιήσω ήδη από τώρα απλούς
συλλογισμούς.
Αν δεν υπήρξαν ποτέ ηττημένοι, που ν’ ανέλαβαν και να νίκησαν
τους εχθρούς τους, δεν υπάρχει περίπτωση να ελπίζουμε ότι θα
νικήσουμε πολεμώντας. Αν αντίθετα, έχει τύχει συχνά, οι δυνατότεροι
να νικιούνται από τους ασθενέστερους και οι πολιορκητές να καταστρέφονται
από εκείνους που κρατούσαν παγιδευμένους, θα ήταν άραγε περίεργο
αν και σημερινή κατάσταση γνώριζε στο μέλλον κάποια μεταβολή;
Σε ό,τι αφορά στην πόλη μας, δεν μπορώ ν' αναζητήσω ανάλογα
παραδείγματα από το παρελθόν. Μέχρι σήμερα, κανένας αντίπαλος
ισχυρότερος από μας δεν εισέβαλε στη χώρα μας. Σε ό,τι αφορά
όμως σε άλλες πόλεις, θα μπορούσε κάποιος να χρησιμοποιήσει
πολλά παραδείγματα, και ιδιαίτερα για την Αθήνα. Βλέπουμε πως
οι Αθηναίοι αποδοκιμάζονται από τους Έλληνες για τις διατάξεις
που επέβαλλαν στους άλλους, αλλά τιμώνται απ' όλους τους ανθρώπους
για τον τρόπο με τον οποίο αμύνθηκαν, όταν υπέστησαν προσβολές.
Αν υπενθύμιζα τους κινδύνους που διέτρεξαν στο παρελθόν, λόγω
των Aθηναίων, οι Αμαζόνες, οι Θράκες και οι Πελοποννήσιοι, οι
οποίοι υπό την αρχηγεία του Ευρυσθέα εισέβαλαν στη χώρα τους,
θα νομίζατε ίσως ότι θέλω να σας υπενθυμίσω παλιές και απομακρυσμένες
από την εποχή μας ιστορίες. Κατά τους Περσικούς πολέμους, όμως,
ποιος δεν ξέρει με πόσες συμφορές ξεκίνησαν και σε πόση ευδαιμονία
κατέληξαν; Ήταν οι μόνοι απ' όλους τους λαούς που κατοικούσαν
έξω από την Πελοπόννησο, που, αν και έβλεπαν την ακατανίκητη
δύναμη των βαρβάρων, δεν έκριναν καν άξιο να συσκεφθούν και
ν' αποφασίσουν για όσα τους πρόσταζαν και προτίμησαν ευθύς ν'
αφήσουν την πόλη τους να καταστραφεί, παρά να τη δουν να υποδουλώνεται.
Εκκένωσαν τη χώρα τους, θεώρησαν πατρίδα τους την ελευθερία,
ενώθηκαν μαζί μας για την αντιμετώπιση του κινδύνου και τελικά
η κατάστασή τους άλλαξε τόσο πολύ, ώστε μετά την απώλεια της
πόλης τους για λίγες ημέρες, έγιναν για πολύ καιρό κύριοι των
άλλων.
Το παράδειγμα της πόλης τούτης δεν είναι το μοναδικό που
μας επιτρέπει ν' αποδείξουμε ότι το να τολμά κανείς να αμύνεται
κατά των εχθρών αποτελεί πηγή πολλών αγαθών. Όταν ο Διονύσιος
ο τύραννος πολιορκήθηκε από τους Καρχηδονίους, κι ενώ δεν διαγραφόταν
γι' αυτόν καμιά ελπίδα σωτηρίας, αφού ο πόλεμος τον είχε καταβάλει
και καταπονήσει και αντιμετώπιζε την έχθρα των συμπολιτών του,
σκεφτόταν να διαφύγει από τη θάλασσα. Κάποιος, όμως, από το
περιβάλλον του, είχε την τόλμη να του πει ότι η βασιλεία είναι
ωραίο σάβανο. Ο Διονύσιος τότε ντράπηκε για τα σχέδιά του και
προσπάθησε να ξαναπολεμήσει. Σκότωσε λοιπόν μυριάδες Καρχηδονίους,
ενίσχυσε το κύρος της πατρίδας του και κατέστησε την ίδια την
εξουσία του πολύ ισχυρότερη από πριν. Πέθανε κατέχοντας ακόμη
την απόλυτη εξουσία και άφησε στον γιο του τις ίδιες τιμές και
τα ίδια προνόμια που είχε κι ο ίδιος.
Με παραπλήσιο τρόπο ενήργησε και ο βασιλιάς Αμύντας της Μακεδονίας.
Αφού νικήθηκε από τους βαρβάρους γείτονές του και έχασε όλη
τη Μακεδονία, σκέφτηκε στην αρχή να φύγει από τη χώρα και να
σώσει τη ζωή του. Άκουσε όμως κάποιον να εγκωμιάζει το επεισόδιο
το σχετικό με τον Διονύσιο και, όπως εκείνος, άλλαξε γνώμη.
Κατέλαβε μια μικρή περιοχή και από εκεί ζήτησε βοήθεια.
Σε τρεις μήνες κατέλαβε όλη τη Μακεδονία και πέθανε σε βαθιά
γεράματα χωρίς να πάψει ποτέ να βασιλεύει.
Θα κουραζόμαστε και να ακούμε και να μιλάμε αν αναφερόμαστε
λεπτομερώς σε όλα τα ανάλογα γεγονότα. Αν τώρα σταθούμε και
στην ανάμνηση των γεγονότων της Θήβας, θα λυπηθούμε βέβαια για
όσα έχουν γίνει, αλλά από τα ίδια τούτα γεγονότα θα πάρουμε
καλύτερες ελπίδες για το μέλλον. Γιατί οι Θηβαίοι είχαν την
τόλμη ν' αντισταθούν στις επιθέσεις μας και τις απειλές μας
και η τύχη άλλαζε την κατάστασή τους τόσο πολύ, ώστε, ενώ μέχρι
σήμερα ήταν υπό την κυριαρχία μας, τώρα αξιώνουν να μας δίνουν
διαταγές.
Όποιος λοιπόν, βλέποντας τις τόσες αλλαγές που συνέβησαν
στο παρελθόν, νομίζει ότι στην εποχή μας δεν θα συμβεί κάτι
ανάλογο, είναι πολύ ανόητος. Πρέπει να δείχνουμε καρτερικότητα
για όσα συμβαίνουν τώρα και να έχουμε θάρρος για το μέλλον,
κρατώντας καλά στον νου μας ότι οι πόλεις επανορθώνουν τέτοιες
συμφορές ασκώντας χρηστή πολιτική και αποκτώντας πείρα από τις
πολεμικές τους εμπειρίες. Και σχετικά με τούτα κανείς δεν μπορεί
ν’ αμφισβητήσει ότι έχουμε τέτοια εμπειρία περισσότερο από όλους
τους άλλους και όσο για τη διακυβέρνηση που απαιτούν οι περιστάσεις,
είμαστε οι μόνοι που τη διαθέτουμε. Με τις προϋποθέσεις αυτές,
δεν είναι δυνατό να μην τα καταφέρουμε καλύτερα από εκείνους
που δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ ιδιαίτερα για τα δύο αυτά πλεονεκτήματα.
Ορισμένοι κατηγορούν τον πόλεμο και αναφέρονται στην αβεβαιότητα
που υπάρχει για την έκβασή του. Επικαλούνται πολλά γεγονότα
ως επιχειρήματα και ιδιαίτερα εκείνα που συνέβησαν σ’ εμάς.
Εκπλήσσονται επειδή μερικοί δείχνουν εμπιστοσύνη σ’ ένα τόσο
δύσκολο και ριψοκίνδυνο εγχείρημα. Εγώ γνωρίζω πολλούς που απέκτησαν
από τον πόλεμο μεγάλη ευημερία και πολλούς που την έχασαν λόγω
της ειρήνης. Οι δύο αυτές καταστάσεις δεν αποτελούν κατά απόλυτο
τρόπο ούτε κακό ούτε καλό. Ανάλογα με τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε
και εκμεταλλευόμαστε τις δυσκολίες και τις περιστάσεις, προκύπτει
υποχρεωτικά και το ανάλογο αποτέλεσμα. Όσοι επιτυγχάνουν πρέπει
να επιθυμούν την ειρήνη, η μόνη κατάσταση που διαφυλάσσει τα
κεκτημένα τους όσο το δυνατό περισσότερο. Αντίθετα, όσοι ατυχούν
πρέπει να συγκεντρώνουν την προσοχή τους στην ιδέα του πολέμου,
γιατί οι ταραχές και τα νέα δεδομένα που θα προκύψουν θα τους
οδηγήσουν σε ταχύτερη μεταβολή της κατάστασής τους. Φοβάμαι
μήπως εμείς φανούμε πως κάνουμε τα ακριβώς αντίθετα.
Όταν είχαμε την δυνατότητα να ζούμε μέσα στην ευημερία, κάναμε
περισσότερους πολέμους απ’ ό,τι χρειαζόταν. Τώρα που είμαστε
αναγκασμένοι να επιζητήσουμε τον κίνδυνο επιθυμούμε την ησυχία
και συσκεπτόμαστε για τα μέσα που θα μας επιτρέψουν να τον αποφύγουμε.
Και όμως εκείνοι που θέλουν να ζουν ελεύθεροι πρέπει να αποφεύγουν
τις συνθήκες που τους επιβάλλονται, θεωρώντας πως δεν απέχουν
πολύ από τη δουλεία, και να αποδέχονται τη συνδιαλλαγή και τη
συμφιλίωση όταν νικούν τους αντιπάλους τους ή όταν εξισώνουν
τις δυνάμεις των εχθρών. Έτσι, οι όροι της ειρήνης θα είναι
για τον καθένα ανάλογοι με το τέλος του πολέμου.
Έχοντας τούτα στον νου σας, δεν πρέπει να σπεύσετε απερίσκεπτα
να συνάψετε ατιμωτικές συμφωνίες, ούτε να φανείτε ότι συσκέπτεσθε
κατά τρόπο νωχελικότερο, όταν πρόκειται για την πατρίδα μας,
παρά για άλλα ζητήματα. Θυμηθείτε ότι άλλοτε, αν ένας έστω Λακεδαιμόνιος
έσπευδε να βοηθήσει μια συμμαχική πόλη που βρισκόταν πολιορκημένη,
όλοι ομολογούσαν ότι σ' εκείνον οφειλόταν η σωτηρία τους. Οι
πιο ηλικιωμένοι συμπολίτες μας μπορούν να σας υποδείξουν τους
περισσότερους από τους σωτήρες τούτους. Τους ονομαστότερους,
όμως, ανάμεσά τους, είμαι κι εγώ σε θέση να απαριθμήσω. Ο Πεδάριτος
εισπλέοντας στη Χίο έσωσε την πόλη. Ο Βρασίδας εισήλθε στην
Αμφίπολη, συγκέντρωσε γύρω του λίγους από τους πολιορκημένους
και νίκησε τους πολιορκητές παρά την αριθμητική υπεροχή τους.
Ο Γύλιππος βοήθησε τους Συρακούσιους και όχι μόνο τους έσωσε
από τον κίνδυνο, αλλά και αιχμαλώτισε όλες τις στρατιωτικές
δυνάμεις που τους πολιορκούσαν από την ξηρά και από τη θάλασσα.
Δεν είναι λοιπόν ντροπή, ενώ άλλοτε ένας από μας αρκούσε για
να σώσει τις πόλεις των άλλων, σήμερα όλοι μαζί να είμαστε ανίκανοι
και να μην επιχειρούμε να σώσουμε την ίδια μας την πατρίδα;
Ή, ενώ άλλοτε που πολεμούσαμε για τη σωτηρία άλλων πλημμυρίσαμε
με τρόπαια την Ευρώπη και την Ασία, τώρα που πρέπει να υπερασπίσουμε
την πατρίδα μας που υβρίζεται τόσο φανερά να δείχνουμε ό,τι
δεν έχουμε δώσει ούτε μία μάχη που ν' αξίζει τον κόπο να μνημονευθεί;
Ή μήπως (δεν είναι ντροπή), ενώ οι άλλες πόλεις για να υπερασπίσουν
την κυριαρχία μας υπέμειναν φοβερές πολιορκίες και υπέστησαν
τα πάνδεινα, εμείς, όταν πρέπει να αγωνιστούμε για να μην εξαναγκαστούμε
να κάνουμε κάτι που αντίκειται στο δίκαιο, να μη θέλουμε να
υποστούμε έστω και μια μικρή δοκιμασία; 'Η να μας βλέπουν ακόμα
και σήμερα από τη μια να δαπανούμε μεγάλα ποσά για να εκ τρέφουμε
ζευγάρια αλόγων, και από την άλλη να συνάπτουμε τέτοια ειρήνη,
όπως εκείνοι που βρίσκονται σε μεγάλη δυσχέρεια και δεν έχουν
τα μέσα για ν’ αντιμετωπίσουν ούτε τις καθημερινές τους ανάγκες;
Το πιο αξιοθρήνητο για μας, που θεωρούμαστε ως οι πιο φιλόπονοι
Έλληνες, θα ήταν να συζητήσουμε και ν’ αποφασίσουμε για τούτα
με μεγαλύτερη ραθυμία από τους άλλους; Γιατί ποιους άλλους ξέρουμε,
που να αξίζει και να αναφερθούν, που να έχουν νικηθεί μία μόνο
φορά και να έχουν υποστεί μια μόνο εισβολή στο έδαφός τους,
και που να δέχτηκαν τόσο άνανδρα να εκτελέσουν όλες τις διαταγές
που τους υπαγορεύτηκαν; Και πώς ήταν δυνατόν τέτοιοι λαοί να
άντεχαν, αν οι δυστυχίες τους παρατείνονταν λίγο περισσότερο;
Όταν η Μεσσήνη άντεξε πολιορκία είκοσι ολόκληρων χρόνων για
να υπερασπίσει την ελευθερία της, ποιος δεν θα μας κατέκρινε
αν παύαμε τόσο γρήγορα να ενδιαφερόμαστε γι' αυτή συνάπτοντας
συμφωνία και αν ξεχνούσαμε τους προγόνους μας, αφήνοντας να
παρασυρθούμε από λόγους και να εγκαταλείψουμε την πόλη που μας
κληροδότησαν εκείνοι μετά από επίπονες προσπάθειες και πολλαπλούς
κινδύνους;
Μερικοί παραβλέπουν όλα τούτα και αδιαφορούν για την ντροπή
και μας δίνουν συμβουλές ικανές να βυθίσουν την πόλη μας στην
καταισχύνη. Προσπαθούν με τέτοια ορμητικότητα να σας παρασύρουν
να παραδώσετε τη Μεσσήνη, ώστε τόλμησαν να σας πουν πολλά και
για την αδυναμία της πόλης μας και για τη δύναμη των εχθρών
μας, και καλούν εμάς, που τους εναντιωνόμαστε, να τους απαντήσουμε
από πού υπολογίζοντας να λάβουμε βοήθεια, σας προτρέπουμε να
αποφασίσετε τον πόλεμο. Εγώ πιστεύω ότι η πιο σημαντική και
πιο σίγουρη βοήθεια είναι το να πράξουμε το δίκαιο, γιατί αυτό
είναι πιθανό να μας αποφέρει την εύνοια των θεών, αν βέβαια
μπορεί κανείς να κρίνει για όσα θα συμβούν με βάση τα γεγονότα
του παρελθόντος. Σε τούτο, μπορείτε να προσθέσετε τον σωστό
τρόπο διακυβέρνησης, τον σώφρονα βίο, τη βούληση να πολεμήσουμε
τους εχθρούς μας μέχρι θανάτου και την πεποίθηση ό,τι δεν υπάρχει
τίποτα φοβερότερο από το να επικριθούμε από τους συμπολίτες
μας. Τούτες τις αρετές έχουμε περισσότερο από όλους τους άλλους.
Και έχοντας τούτες θα πολεμούσα με μεγαλύτερη ευχαρίστηση εναντίον
των εχθρών, παρά αν είχα την ενίσχυση χιλιάδων στρατιωτών. Γιατί
γνωρίζω πως, και όταν οι πρώτοι εκπρόσωποι της φυλής μας εισήλθαν
σ’ αυτή τη χώρα, θριάμβευσαν όχι λόγω του αριθμού τους, αλλά
λόγω των αρετών που ανέφερα προηγουμένως. Δεν αξίζει λοιπόν
να φοβόμαστε τους εχθρούς μας με την πρόφαση ότι είναι πολλοί.
Αντίθετα, πρέπει να τους αντιμετωπίζουμε θαρραλέα, όταν βλέπουμε
ό,τι αντεπεξήλθαμε στις συμφορές όπως ποτέ κανένας άλλος, και
ότι παραμένουμε πιστοί στους νόμους μας και τις συνήθειές μας,
όπως τις διαμορφώσαμε από την αρχή. Εκείνοι, αντίθετα, είναι
ανίκανοι να αντέξουν, ακόμη και την ευτυχία. Μέσα στην ταραχή
τους άλλους βλέπουμε να κυριεύουν τις πόλεις των συμμάχων τους,
άλλους να κάνουν το αντίθετο, άλλους να συζητούν με τους γείτονές
τους για συνοριακά προβλήματα και άλλους να φθονούνται περισσότερο
μεταξύ τους απ' όσο εχθρεύονται εμάς. Γι' αυτό με εκπλήσσουν
εκείνοι που αναζητούν καλύτερο σύμμαχο από τα ίδια τα σφάλματα
των εχθρών μας.
Αν πρέπει να μιλήσω και για τη βοήθεια που θα λάβουμε απ'
έξω, πιστεύω ότι θα βρεθούν πολλοί που θα θελήσουν να μας βοηθήσουν.
Πρώτα-πρώτα αναφέρω τους Αθηναίους. Ακόμα κι αν δεν βρίσκονται
ολόψυχα στο πλευρό μας, θα κάνουν ασφαλώς κάποια κίνηση για
τη σωτηρία μας. Από τις άλλες πόλεις, υπάρχουν μερικές που ξέρω
ότι θα αποφασίσουν να υπερασπίσουν τα συμφέροντα μας, όπως θα
υπεράσπιζαν και τα δικά τους συμφέροντα. Θα αναφερθώ ακόμα στον
Διονύσιο τον τύραννο, στον βασιλιά της Αιγύπτου και στους άλλους
μονάρχες της Ασίας, οι οποίοι θα μας βοηθήσουν ευχαρίστως στο
μέτρο των δυνατοτήτων τους. Γνωρίζω τέλος ότι οι πρώτοι μεταξύ
των Ελλήνων στον πλούτο, τη φήμη και την ευγένεια των φιλοδοξιών,
αν και δεν βρίσκονται ακόμη στο πλευρό μας, είναι μαζί μας με
η συμπάθεια και ην εύνοια που νιώθουν για μας. Μπορούμε να βασίζουμε
σ’ αυτούς μεγάλες ελπίδες για το μέλλον.
Πιστεύω ακόμη ότι όλος ο πληθυσμός της Πελοποννήσου, αλλά
και η δημοκρατική μερίδα που νομίζουμε ότι διάκειται εχθρικότατα
απέναντί μας, νοσταλγούν ήδη τον καιρό που εμείς φροντίζαμε
για εκείνους. Γιατί μετά την αποστασία τους, δεν πραγματοποιήθηκε
καμιά από τις ελπίδες τους. Αντί για την ελευθερία κατέληξαν
στο αντίθετο αποτέλεσμα, γιατί έχασαν τους καλύτερους συμπολίτες
τους και έπεσαν στα χέρια των χειρότερων. Αντί να καταφέρουν
να κυβερνώνται με τους νόμους που ήθελαν βυθίστηκαν σε μεγαλύτερη
ανομία. Ενώ μέχρι τότε ήταν συνηθισμένοι να επιτίθενται μαζί
μας εναντίον των άλλων, σήμερα βλέπουν τους άλλους να εκστρατεύουν
εναντίον τους. Όσο για τις εμφύλιες ταραχές, που παλιότερα απλώς
άκουγαν ότι ξεσπούσαν στις άλλες πόλεις, σήμερα τις βλέπουν
να ξεσπούν σχεδόν καθημερινά στις δικές τους. Τόσο πολύ ισοπεδώθηκαν
από τις συμφορές, ώστε κανένας δεν μπορεί να ξεχωρίσει ποιοι
απ' αυτούς δοκιμάζονται περισσότερο. Δεν υπάρχει πόλη τους που
να μην έχει υποστεί καταστροφές και που να μην έχει στα σύνορα
της γείτονες, οι οποίοι να επιθυμούν το κακό της, με αποτέλεσμα
τα εδάφη τους να είναι ερημωμένα, οι πόλεις τους λεηλατημένες,
τα σπίτια των ιδιωτών γκρεμισμένα, η πολιτική τάξη να έχει καταλυθεί
και οι νόμοι, χάρη στους οποίους οι Έλληνες κυβερνήθηκαν τόσο
ευτυχισμένα, να έχουν καταργηθεί. Οι σχέσεις που διατηρούν μεταξύ
τους, τους εμπνέουν τόσο λίγο εμπιστοσύνη και τόσο μεγάλη εχθρότητα,
ώστε φοβούνται περισσότερο τους συμπολίτες τους παρά τους εχθρούς
τους. Αντί της ομόνοιας που βασίλευε ανάμεσα τους την εποχή
μας και της ευπορίας που απολάμβαναν ο ένας χάρη στον άλλον,
αγνοούν τόσο πολύ ο ένας τον άλλο, ώστε οι κάτοχοι του πλούτου
θα προτιμούσαν να πετάξουν την περιουσία τους στην θάλασσα,
παρά να βοηθήσουν εκείνους που έχουν ανάγκη κι οι τελευταίοι
ακόμη κι αν τους χάριζε όσα χρειάζονται η τύχη ίσως να μην τα
δέχονταν, προκειμένου να τα αρπάξουν από εκείνους που τα έχουν.
Αφού κατάργησαν τις θυσίες, αλληλοσφάζονται πάνω στους βωμούς.
Και σήμερα, είναι περισσότεροι εκείνοι που εξορίζονται από μία
μόνο πόλη απ' ό,τι ήταν άλλοτε εκείνοι που εξορίζονταν απ’ όλη
την Πελοπόννησο. Όσες κι αν είναι οι συμφορές που μόλις απαρίθμησα,
αυτές που παρέλειψα είναι πολύ περισσότερες. Γιατί δεν υπάρχουν
συμφορές και δυσκολίες που να μην τους συνέβησαν. Άλλοι τις
έχουν ΄δη χορτάσει, ενώ άλλοι θα πλημμυρίσουν απ' αυτές πολύ
γρήγορα. Τότε θα προσπαθήσουν να βρουν τρόπο να απαλλαγούν από
τις στενοχώριες τους, γιατί μη νομίσετε ότι θα παραμείνουν σ'
αυτή την κατάσταση. Πώς είναι δυνατόν, άνθρωποι που δεν άντεξαν
όταν ήταν ευτυχισμένοι, να υπομείνουν πολύ καιρό τη συμφορά;
Ώστε, όχι μόνο αν νικήσουμε στον πόλεμο, αλλά ακόμα κι αν παραμείνουμε
αδρανείς, θα τους δείτε να μεταβάλλουν την γνώμη τους και να
βλέπουν τη συμμαχία μ’ εμάς ως σωτηρία τους.
Τόσο πολύ απέχω από το να πράξω κάτι από εκείνα που μας προστάζουν,
ώστε, ακόμα και τίποτα από τούτα να μη συνέβαινε, ακόμα κι αν
δεν βρίσκαμε πουθενά την παραμικρή υποστήριξη, και από τους
Έλληνες άλλοι μας αδικούσαν και άλλοι αδιαφορούσαν, δεν θα άλλαζα
γνώμη. Θα αντιμετώπιζα όλους τους κινδύνους ενός πολέμου, αντί
να υπογράψω παρόμοιες συνθήκες. Γιατί θα αισθανόμουν ντροπή
και για τα δύο, είτε καταδικάζαμε τους προγόνους μας ότι αφαίρεσαν
άδικα από τους Μεσσηνίους τη χώρα τους είτε, παρά τον νόμιμο
και τον σωστό τρόπο με τον οποίο έγινε η κατάκτηση τούτη, εμείς
κάναμε παραχωρήσεις αντίθετες προς το δίκαιο. Δεν πρέπει λοιπόν
να κάνουμε τίποτα από τα δύο, αλλά πρέπει να εξετάσουμε πώς
θα πολεμήσουμε κατά τρόπο αντάξιο της φήμης μας και πώς δεν
θ' αποδείξουμε ότι οι άνθρωποι που συνηθίζουν να μας εγκωμιάζουν
λένε ψέματα, αλλά αντίθετα, θα φανούμε τέτοιοι ώστε ν’ αποδεχτεί
πως εκφράστηκαν για μας με λόγια κατώτερα από την πραγματικότητα.
Πιστεύω ότι τίποτα χειρότερο από τη σημερινή συμφορά δεν θα
μπορούσε να μας συμβεί. Οι αντίπαλοί μας θα πάρουν αποφάσεις
και θα διαπράξουν λάθη, από τα οποία θα ξεκινήσει η ανόρθωσή
μας. Αν όμως οι ελπίδες μας αποδειχτούν φρούδες, αν αποκλειστούμε
από παντού και είμαστε ανίκανοι να προστατέψουμε την πόλη μας
τα λόγια που θα πω είναι οδυνηρά, αλλά δεν θα διστάσω να μιλήσω
ειλικρινά πάνω σ’ αυτό το σημείο, αφού οι σκέψεις που θα εκφράσω
αξίζουν περισσότερο να γίνουν γνωστές στους Έλληνες και ταιριάζουν
καλύτερα με τα φρονήματά μας, απ’ ό,τι οι συμβουλές που σας
δίνουν ορισμένοι.
Τότε, οφείλω να δηλώσω ότι πρέπει ν’ απομακρύνουμε από την
πόλη τους γονείς μας, τα παιδιά μας, τις γυναίκες μας και όλο
τον υπόλοιπο πληθυσμό. Άς στείλουμε άλλους στη Σικελία, άλλους
στην Κυρήνη και άλλους στη Ήπειρο. Όλοι θα τους υποσχεθούν με
χαρά και θα τους δώσουν γη και τα άλλα μέσα για να επιβιώσουν,
άλλοι για να μας εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους για τις προγενέστερες
ευεργεσίες μας απέναντί τους και άλλοι γιατί θα προσδοκούν να
τους χρωστούμε εμείς ευγνωμοσύνη για τις ευεργεσίες που πήραν
την πρωτοβουλία μας προσφέρουν. Όσο για τους άνδρες που θέλουν
και είναι ικανοί να πολεμήσουν, πρέπει να μείνουν εδώ και να
εγκαταλείψουν την πόλη και τις περιουσίες τους, εκτός από τα
πράγματα που μπορούμε να πάρουμε μαζί μας. Πρέπει να καταλάβουμε
κάποιο σημείο, το πιο οχυρωμένο και το πιο ευνοϊκό, για να συνεχίσουμε
τον πόλεμο και να προκαλούμε συνεχώς καταστροφές στον εχθρό,
και στην ξηρά και στη θάλασσα, ώσπου να πάψει να διεκδικεί εκείνα
που μας ανήκουν. Αν τούτα τολμήσουμε και δεν φανούμε διστακτικοί,
θα δείτε ότι εκείνοι που σήμερα μας επιβάλλουν όρους, θα έλθουν
να μας ικετεύσουν και να μας παρακαλέσουν να ανακαταλάβουμε
τη Μεσσήνη και να κάνουμε ειρήνη.
Ποια πόλη της Πελοποννήσου θα υπέμενε πόλεμο τόσο άγριο,
σαν αυτό που θέλουμε να κάνουμε; Ποιος δεν θα καταλαμβανόταν
από έκπληξη και τρόμο μπροστά σ’ έναν καλοσυγκροτημένο στρατό,
ο οποίος έχει κάνει τέτοιες θυσίες, έχει δίκαια εξοργισθεί εναντίον
των υπευθύνων γι’ αυτές και είναι έτοιμος να προχωρήσει σε πράξεις
απελπισίας περιφρονώντας τη ζωή; (Ποιος δεν θα τρόμαζε) μπροστά
σε ένα στρατό που, από άποψη έλλειψης άλλων δεσμεύσεων και εξαιτίας
αποκλειστικής απασχόλησης με τον πόλεμο και τίποτε άλλο, θα
θυμίζει στρατό μισθοφόρων, ενώ από άποψη αρετών και εκπαίδευσης
θα είναι τέτοιος, που κανένας δεν θα μπορούσε να συγκεντρώσει
όμοιό του, και επιπλέον θα είναι ανεξάρτητος από κάθε οργανωμένη
πολιτεία και ικανός να στρατοπεδεύει στο ύπαιθρο, να μετακινείται
στη χώρα, να πλησιάζει όποιους θέλει και να θεωρεί ως πατρίδα
του, κάθε τόπο κατάλληλο για πόλεμο; Από την πλευρά μου, πιστεύω
ότι αρκεί να διακηρύξουμε αυτές τις αποφάσεις μας και να τις
διαδώσουμε σε όλη την Ελλάδα, για να δημιουργήσουμε στους εχθρούς
μας μεγάλη ταραχή, ιδιαίτερα αν εξαναγκαστούμε να τις κάνουμε
πράξη. Ποια νομίζουμε ότι θα είναι τα αισθήματά τους όταν θ'
αρχίσουν κι εκείνοι να υποφέρουν και θα είναι ανίκανοι να μας
βλάψουν, ή όταν θα βλέπουν ότι οι πόλεις τους πολιορκούνται,
ενώ η δική μας θα έχει λάβει τέτοια μέτρα, ώστε να μην κινδυνεύει
πλέον να εκτεθεί σε παρόμοια δοκιμασία, ή όταν θα βλέπουν την
ευκολία με την οποία ανεφοδιαζόμαστε εμείς, λόγω των ιδίων πόρων
μας και λείας που αποκομίζουμε από τον πόλεμο, και η δυσκολία
με ην οποία ανεφοδιάζονται εκείνοι, λόγω της διαφοράς που υπάρχει
ανάμεσα στην τέτοιου είδους στρατιωτική οργάνωση και στην εξασφάλιση
των αναγκαίων για τα πλήθη που μαζεύονται στις πόλεις; Το θλιβερότερο
όμως για εκείνους, θα είναι όταν θα μάθουν ότι οι οικογένειές
μας ζουν πλουσιοπάροχα, ενώ θα βλέπουν τις δικές τους να στερούνται
καθημερινά τα απαραίτητα, και θα καταλαβαίνουν ότι δεν μπορούν
να τους βοηθήσουν, αλλά θα χάσουν την σπορά τους σε περίπτωση
που καλλιεργούν το έδαφος, ενώ αν το παραμελήσουν θα είναι ανίκανοι
να καλύψουν έστω και για μια στιγμή τις ανάγκες τους; Ίσως βέβαια
συγκεντρωθούν και συνενώσουν τις δυνάμεις τους, με σκοπό να
μας παρακολουθούν και να μας εμποδίσουν να τους κάνουμε κακό.
Τι θα μπορούσαμε να ευχηθούμε με μεγαλύτερη θέρμη, αν όχι να
συναντήσουμε κάπου κοντά μας, παραταγμένους για μάχη και στρατοπεδευμένους
σε δύσκολο έδαφος, ανθρώπους χωρίς πειθαρχία στις γραμμές τους,
προερχόμενους από πολλά διαφορετικά μέρη και διοικούμενους από
πολλούς αρχηγούς; Δεν θα χρειαζόταν να κάνουμε προσπάθειες,
αλλά θα τους υποχρεώναμε πολύ γρήγορα να δώσουν μάχη κάτω από
τις συνθήκες που θα επιλέγαμε εμείς και όχι εκείνοι.
Αν προσπαθούσαμε να απαριθμήσουμε τα πλεονεκτήματα που θα
αποκομίζαμε από ένα τέτοιο ενδεχόμενο, δεν θα αρκούσε η υπόλοιπη
ημέρα. Είναι για όλους προφανές ότι δεν ξεχωρίσαμε ανάμεσα στους
Έλληνες επειδή η πόλη μας είναι μεγάλη ή έχει πολλούς κατοίκους,
αλλά επειδή οργανώσαμε την πολιτεία σαν στρατό που διοικείται
καλά και διαπνέεται από τη θέληση να υπακούει στους αρχηγούς
του. Αν λοιπόν καταφέρουμε να κάνουμε στ’ αλήθεια εκείνο που,
όταν κάποτε το μιμηθήκαμε, μας απέφερε τόσα πλεονεκτήματα, είναι
φανερό ότι θα νικήσουμε εύκολα τους εχθρούς μας. Γνωρίζουμε
ακόμη ότι, ην εποχή που οι ιδρυτές αυτής της πόλης εισήλθαν
στην Πελοπόννησο, δεν διέθεταν παρά μικρό στρατό. Παρά ταύτα,
κατάφεραν να νικήσουν πολλές και ισχυρές πόλεις. Θα ήταν καλό
να μιμηθούμε τους προγόνους μας και να επιστρέψουμε στο σημείο
απ’ όπου ξεκινήσαμε, αφού γευτήκαμε την ήττα, για να προσπαθήσουμε
να επανακτήσουμε την δόξα και η δύναμη που είχαμε παλιότερα.
Η πιο εξευτελιστική συμπεριφορά για μας, που γνωρίζουμε ότι
οι Αθηναίοι εγκατέλειψαν η χώρα τους για ην ελευθερία των Ελλήνων,
θα ήταν αν δείχναμε ότι δεν έχουμε την τόλμη να εκκενώσουμε
την πόλη μας για ην ίδια η σωτηρία μας και αν, ενώ εμείς έχωμε
καθήκον να δίνουμε το παράδειγμα τέτοιας συμπεριφοράς, φαινόταν
ότι δεν θέλαμε ούτε να μιμηθούμε η στάση των Αθηναίων. Πιο καταγέλαστο
και από τούτο θα ήταν αν, ενώ οι Φωκαείς, θέλοντας να αποφύγουν
την τυραννία του Μεγάλου Βασιλιά, εγκατέλειψαν την Ασία κι εγκαταστάθηκαν
στη Μασσαλία, εμείς δείχναμε τόση μικροψυχία, ώστε να υπακούσουμε
στις διαταγές ανθρώπων τους οποίους είχαμε πάντα υπό την εξουσία
μας. Δεν πρέπει οι ψυχές μας να μένουν στη σκέψη ότι μια μέρα
πρέπει ν' απομακρυνθούν από κοντά μας τα αγαπημένα μας πρόσωπα.
Ας στρέψουμε από τώρα το βλέμμα μας στην εποχή όπου, αφού θα
έχουμε νικήσει τον εχθρό, θα ανορθώσουμε την πόλη μας, θα επαναφέρουμε
σ' αυτή τις οικογένειές μας και θα δείξουμε σε όλους ότι άδικα
είμαστε σήμερα δυστυχισμένοι και ότι δίκαια αξιώναμε στο παρελθόν
να υπερέχουμε των άλλων. Έτσι έχουν λοιπόν τα πράγματα. Όλα
τούτα δεν τα είπα για να σας πείσω να κάνετε αμέσως όσα συνέστησα,
ούτε γιατί νομίζω πως δεν υπάρχει άλλη λύση στις δυσκολίες μας,
αλλά γιατί θέλω να σας δημιουργήσω την πεποίθηση ότι έχουμε
το καθήκον να υπομείνουμε τις δυστυχίες τούτες και άλλες χειρότερες
πριν υπογράψουμε για την Μεσσήνη συμφωνία όμοια με αυτή που
προσπαθούν τώρα να μας επιβάλουν.
Δεν θα σας παρότρυνα με τόση θέρμη να κάνετε πόλεμο, αν δεν
έβλεπα ότι από τα μέτρα που σας προτείνω η ειρήνη θα έβγαινε
ενισχυμένη, δίκαιη και σίγουρη, ενώ από τα μέτρα που σας προτείνουν
μερικοί, θα ήταν όχι μόνο ατιμωτική αλλά και εφήμερη. Γιατί
αν εγκαταστήσουμε τους είλωτες στα σύνορά μας και επιτρέψουμε
με αδιαφορία την αύξηση αυτής της πόλης, ποιος δεν αντιλαμβάνεται
ότι όλη η ζωή μας θα κυλήσει μέσα σε ταραχές και κινδύνους;
Έτσι, εκείνοι που σας μιλούν για την ασφάλειά σας, σας ετοιμάζουν
εν αγνοία τους λίγων ημερών ειρήνη και αιώνιο πόλεμο. Θα ήθελα
πολύ να μάθω από εκείνους για ποιο σκοπό νομίζουν πως πρέπει
να πεθάνουμε πολεμώντας. Όχι όταν οι εχθροί μας προστάζουν κάτι
αντίθετο προς το δίκαιο, ακρωτηριάζουν τη χώρα μας, απελευθερώνουν
τους δούλους μας, τους εγκαθιστούν στη χώρα που μας άφησαν οι
πατέρες μας και όχι μόνο μας αφαιρούν πράγματα που μας ανήκουν
αλλά εκτός των άλλων μας ατιμάζουν; Πιστεύω ότι για όλα τούτα
αρμόζει να υπομείνουμε όχι μόνο τον πόλεμο αλλά και την εξορία
και τον θάνατο.
Γιατί είναι πολύ καλύτερο για μας να πεθάνουμε με τη δόξα
που έχουμε αποκτήσει, παρά να ζούμε μέσα στη ντροπή που θα μας
στιγματίσει, αν κάνουμε όσα μας προστάζουν. Κατά τον ίδιο τρόπο,
για να μην σας κρύψω λοιπόν τίποτα, είναι προτιμότερο να εκμηδενιστούμε,
παρά να γίνουμε καταγέλαστοι στους εχθρούς μας. Γιατί εκείνοι
που έζησαν περιβεβλημένοι με τόσες τιμές και με τέτοια φρονήματα,
πρέπει να κάνουν ένα από τα δύο, ή να είναι οι πρώτοι μεταξύ
των Ελλήνων ή να εξαφανιστούν πλήρως, χωρίς να διαπράξουν καμιά
ταπεινή πράξη αλλά δίνοντας στη ζωή τους καλό τέλος.
Με τις σκέψεις τούτες πρέπει να παραμερίσουμε την αγάπη για
τη ζωή και να μην ακολουθήσουμε τις απόψεις των συμμάχων μας,
των οποίων αξιώναμε πριν να ηγούμαστε. Ας κρίνουμε καλύτερα
από τους ίδιους τους εαυτούς μας και ας μην υιοθετήσουμε την
άποψη που είναι η πιο βολική γι’ αυτούς, αλλά εκείνη που ταιριάζει
καλύτερα στους Λακεδαίμονες και στη συμπεριφορά που επιδείξαμε
στο παρελθόν. Δεν παίρνουν όλοι οι άνθρωποι την ίδια απόφαση
για τις ίδιες υποθέσεις, αλλά καθένας εμπνέεται από τις αρχές
που έχει ως βάση στη ζωή του. Κανένας δεν θα κατηγορήσει τους
Επιδαύριους, τους Κορίνθιους και τους Φλιάσιους για το γεγονός
ότι φροντίζουν μόνο πώς θα σώσουν τη ζωή τους. Στους Λακεδαιμόνιους,
όμως, δεν επιτρέπεται ν’ αναζητούν με κάθε τρόπο τη σωτηρία
τους. Αν η σωτηρία δεν συνοδεύεται από ψυχική ανωτερότητα, είναι
προτιμότερος για μας τιμητικός θάνατος. Γιατί εκείνοι που έχουν
το τρόπαιο της αρετής, πρέπει να ενδιαφέρονται περισσότερο απ'
όλα για τούτο να μη φανεί ποτέ ότι κάνουν οποιαδήποτε πράξη
που είναι ατιμωτική. Σε τέτοιου είδους αποφάσεις, η ανανδρία
των πόλεων εμφανίζεται όχι λιγότερο απ’ ό,τι στους κινδύνους
του πολέμου. Όσα συμβαίνουν στον πόλεμο είναι σε μεγαλύτερο
ποσοστό αποτέλεσμα τύχης, ενώ οι αποφάσεις που λαμβάνονται μαρτυρούν
την ίδια τη νοοτροπία μας. Πρέπει λοιπόν να επιδιώκουμε τη νίκη
στις αποφάσεις που πρόκειται να ληφθούν εδώ, όπως στις μάχες
που θα δώσουμε με το όπλο.
Εκπλήσσομαι για το γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι που έχουν
τη θέληση να πεθάνουν για την προσωπική τους δόξα, αλλά δεν
τρέφουν τα ίδια αισθήματα όταν πρόκειται για τη δόξα που είναι
κοινή σε όλους μας. Για τη δόξα τούτη αξίζει να υποστούμε τα
πάντα προκειμένου να μην ατιμάσουμε την πόλη μας και να μην
την υποβιβάσουμε από τη θέση στην οποία την κατέταξαν οι πατέρες
μας. Εμπρός μας ορθώνονται πολλές και σοβαρές δυσκολίες, τις
οποίες πρέπει να υπερνικήσουμε, πρώτα απ’ όλα, όμως, πρέπει
να επαγρυπνούμε ώστε να μην φανούμε ότι διαπράττουμε κάποια
άνανδρη πράξη και να μην κάνουμε στους εχθρούς μας κάποια παραχώρηση
αντίθετη προς το δίκαιο. Γιατί είναι αισχρό να βλέπει κανείς
ανθρώπους που αξιώθηκαν να έχουν την ηγεμονία των Ελλήνων, να
εκτελούν διαταγές και να υστερούν τόσο πολύ των προγόνων τους.
Εκείνοι θα δέχονταν να πεθάνουν, για να διατάζουν τους άλλους,
ενώ εμείς αρνούμαστε να διατρέξουμε κίνδυνο, για να μην εκτελέσουμε
όσα μας προστάζουν.
Ντροπή πρέπει επίσης να αισθανόμαστε, αναλογιζόμενοι τους
Ολυμπιακούς, αλλά και τους άλλους αγώνες, στους οποίους οι παριστάμενοι
ζήλευαν και θαύμαζαν τον καθένα από μας περισσότερο από τους
αθλητές που συμμετείχαν στους αγώνες. Ποιος θα ριψοκινδύνευε
σήμερα να συμμετάσχει σ' αυτούς, γνωρίζοντας ότι θα συναντήσει
την περιφρόνηση και όχι την εκτίμηση, ή την γενική προσοχή για
την ανανδρία του αντί του γενικού θαυμασμού για ην αρετή του,
κι ότι θα δει τους δούλους μας να μεταφέρουν από η χώρα που
μας άφησαν οι πατέρες μας προσφορές και δωρεές πλουσιότερες
από τις δικές μας και θα τους ακούσει να εκτοξεύουν ύβρεις,
που ταιριάζουν ακριβώς σ’ εκείνους που γνώρισαν σκληρότερη δουλεία
από τους άλλους, και τώρα διαπραγματεύονται με τους κυρίους
τους ως ίσοι προς ίσους. Βλέποντας όλα τούτα οποιοσδήποτε από
μας θα ένιωθε τέτοια θλίψη, που κανείς στον κόσμο δεν θα μπορούσε
να εκφράσει με λόγια. Για τούτα πρέπει να σκεφτείτε και ν' αποφασίσετε
και όχι ν' αγανακτήσετε όταν διαπιστώσετε ότι δεν θα μας έχει
απομείνει τίποτα, αλλά να εξετάσετε τώρα με ποιο τρόπο θα αποτρέψετε
να συμβεί κάτι τέτοιο. Γιατί μία από τις μεγαλύτερε; ντροπές
θα ήταν αν φαινόταν ότι άλλοτε δεν ανεχόμαστε την ισότητα με
τους ελεύθερους λαούς, ενώ σήμερα υφιστάμεθα παρουσία όλων τη
θρασύτητα των δούλων. Θα δώσουμε την εντύπωση ότι ψεύτικα κομπάζαμε
στο παρελθόν, απατεώνες, ότι η φύση μας είναι ίδια με των άλλων
και ότι δεν είμαστε ειλικρινείς όταν δείχνουμε υπερηφάνεια και
σοβαρότητα, αλλά απλώς προσποιούμαστε. Ας μην κάνουμε την παραχώρηση
τούτη σ' εκείνους που συνηθίζουν να μας συκοφαντούν και ας προσπαθήσουμε
να αποδείξουμε ότι όσα λένε είναι εσφαλμένα, προσπαθώντας να
φτάσουμε τα επιτεύγματα των προγόνων μας.
Θυμηθείτε εκείνους που αγωνίστηκαν εναντίον των Αρκάδων στη
Διπαία, για τους οποίους λέγεται ότι παρατάχθηκαν σε μια μόνο
γραμμή και έστησαν τρόπαιο νικώντας πολλές χιλιάδες εχθρούς.
Θυμηθείτε τους τριακόσιους που συνέτριψαν όλες τις δυνάμεις
των Αργείων στις Θυρεές και τους χίλιους που πολέμησαν στις
Θερμοπύλες και έχοντας να αντιμετωπίσουν εφτακόσιες χιλιάδες
βαρβάρους, δεν λιποτάκτησαν ούτε νικήθηκαν, αλλά πέθαναν εκεί
όπου είχαν ταχθεί να μείνουν, δείχνοντας τέτοιο μεγαλείο, ώστε
εκείνοι που εγκωμιάζουν με τέχνη να μην μπορούν να βρουν επαίνους
αντάξιους της αρετής εκείνων. Ενθυμούμενοι λοιπόν όλοι αυτούς
ας ξεκινήσoυμε τον πόλεμο με μεγαλύτερη σφοδρότητα. Δεν πρέπει
να μείνουμε αδρανείς, σαν να επρόκειτο άλλοι να γιατρέψουν τις
σημερινές συμφορές μας. Αφού συνέβησαν σ’ εμάς, εμείς πρέπει
να προσπαθήσουμε να τις αποτινάξουμε. Όσοι είναι γενναίοι, πρέπει
σε τέτοιες περιστάσεις να δειχτούν ανώτεροι από τους άλλους.
Η ευτυχία συγκαλύπτει τη μικρότητα ακόμα και των φαύλων, ενώ
οι κακοδαιμονίες αποκαλύπτουν γρήγορα τη φύση κάθε ανθρώπου.
Στις δυστυχίες πρέπει να δείξουμε αν η ανατροφή μας ήταν σε
κάτι καλύτερη από των άλλων και αν διαπαιδαγωγηθήκαμε έτσι,
ώστε να επιζητούμε την αρετή.
Τίποτα δεν μας εμποδίζει να ελπίζουμε ότι από την παρούσα
κατάσταση θα βγει κάτι καλό για μας. Δεν αγνοείτε, φαντάζομαι,
ότι και στο παρελθόν συνέβησαν πολλά γεγονότα, που αρχικά όλοι
τα έβλεπαν ως συμφορές και αισθάνονταν για τα θύματά τους απέραντο
οίκτο, αλλά που αργότερα αποδείχτηκαν πηγή πολύ μεγάλων αγαθών.
Γιατί όμως, να μνημονεύουμε παλιά γεγονότα; Ακόμα και σήμερα
διαπιστώνουμε ότι οι πόλεις που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή,
δηλαδή η Αθήνα και ή Θήβα, δεν γνώρισαν τη μεγάλη τους ανάπτυξη
σε καιρό ειρήνης, αλλά την οφείλουν στα γεγονότα που τους επέτρεψαν
να ανασυνταχθούν, αφού προηγουμένως γνώρισαν ατυχίες στις στρατιωτικές
τους επιχειρήσεις. Χάρη σ' αυτά, η μια πόλη βρίσκεται επικεφαλής
όλης της Ελλάδας, ενώ η άλλη έχει αποκτήσει σήμερα τόση ισχύ,
που κανείς δεν είχε ποτέ προβλέψει. Η φήμη και η δόξα αγαπούν
να προέρχονται γενικά από τους αγώνες και όχι από την ησυχία.
Και ταιριάζει σ' εμάς να τις διεκδικούμε χωρίς να φειδόμαστε
σωματικών κόπων, θάρρους και όλων των αγαθών που έχουμε στη
διάθεσή μας. Αν πετύχουμε και φανούμε ικανοί να επανατοποθετήσουμε
την πόλη μας στη θέση που βρισκόταν πριν εκπέσει, όλοι θα μας
θαυμάζουν περισσότερο από τους προγόνους μας, κι εμείς δεν θ’
αφήσουμε στους απογόνους μας καμιά δυνατότητα να μας ξεπεράσουν
στις ανδραγαθίες και θα φέρουμε σε δύσκολη θέση εκείνους που
θα αναλάβουν να μας επαινέσουν, όταν θα προσπαθήσουν να αφηγηθούν
τα γεγονότα κατά τρόπο αντάξιο των κατορθωμάτων μας. Τέλος,
δεν πρέπει ν’ αγνοείτε ότι η σκέψη όλων των ανθρώπων είναι στραμμένη
στη συνέλευση τούτη και στις αποφάσεις που θα πάρετε.
Ο καθένας από σας, ας διαμορφώσει τη γνώμη του σαν να βρίσκεται
στη σκηνή ενός θεάτρου κοινού για όλους τους Έλληνες, και πρέπει
να δώσει αποδείξεις για τον χαρακτήρα του.
Είναι εύκολο να πάρει κανείς σωστή απόφαση γι' αυτά τα θέματα.
Αν είμαστε έτοιμοι να πεθάνουμε υπέρ της δικαιοσύνης, όχι μόνο
θα γνωρίσουμε τιμές αλλά και θα μπορέσουμε να ζούμε με ασφάλεια
ην υπόλοιπη ζωή μας.
Αν φοβούμαστε τους κινδύνους, τότε μπορεί να πάθουμε πολλές
και μεγάλες καταστροφές. Ας παροτρύνουμε λοιπόν ο ένας τον άλλον
και ας επιστρέψουμε στην πατρίδα όσα ξόδεψε για μας. Ας μην
επιτρέψουμε στους άλλους να υβρίζουν και να περιφρονούν τη Λακεδαίμονα,
ας μη διαψεύσουμε τις προσδοκίες των φίλων μας και ας μη δώσουμε
την εντύπωση άτι αποδίδουμε μεγαλύτερη σημασία στη ζωή, από
το να δοξαστούμε από όλους τους ανθρώπους. Ας έχουμε κατά νου
ότι είναι ωραιότερο ν’ ανταλλάξει κανείς το θνητό σώμα με ην
αθάνατη δόξα και να εξαγοράσει με την ζωή, που θα τη χάσουμε
έτσι κι αλλιώς σε μερικά χρόνια, την καλή φήμη που θα παραμείνει
αιώνια για τους απογόνους μας, παρά να αφήσουμε να μας καλύψει
απέραντη ντροπή, επιδιώκοντας να κερδίσουμε λίγο χρόνο. Νομίζω
πως ο ενθουσιασμός σας για τον πόλεμο θα ήταν μεγάλος, αν βλέπατε
νοερά κοντά σας τους γονείς σας και τα παιδιά σας, με τους πατέρες
σας να σας παροτρύνουν να μην κηλιδώσετε ούτε το όνομα της Σπάρτης
ούτε τους νόμους με τους οποίους ανατραφήκαμε, ούτε τις μάχες
που έδωσαν εκείνοι, και τα παιδιά σας να απαιτούν αυτή η γη
που μας άφησαν οι πρόγονοί μας, την κυριαρχία μας στην Ελλάδα
και την ηγεμονία που παραλάβαμε εμείς από τους πατέρες μας.
Δεν πιστεύω πως θα μπορούσαμε να πούμε είτε για τους πρώτους
είτε για τους δεύτερους, ότι τα λόγια τους δεν είναι σωστά και
δίκαια.
Δεν βλέπω γιατί θα πρέπει να μακρολογήσω. Ένα μόνο έχω ακόμη
να πω, πως σε όσους πολέμους και κινδύνους αντιμετωπίσαμε μέχρι
τώρα, ποτέ οι εχθροί μας δεν έστησαν τρόπαιο σε βάρος μας, όσο
καιρό είχαμε ηγέτη από τον δικό μας οίκο. Είναι χαρακτηριστικό
των σωφρόνων ανθρώπων τις συμβουλές εκείνων, που σημειώνουν
ως αρχηγοί επιτυχίες στις μάχες, ν’ ακούν περισσότερο, όταν
πρόκειται για μελλοντικούς κινδύνους, παρά των άλλων.